καλοσύνεμα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- καλοσύνεμα < καλοσυνεύω + -μα
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
καλοσύνεμα ουδέτερο
- η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του καλοσυνεύω
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
καλοσύνεμα
|