καταλογή
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- καταλογή < ελληνιστική κοινή καταλογή
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
καταλογή θηλυκό
- (λογοτεχνικό) ποίημα της δημοτικής παράδοσης που δεν τραγουδιέται αλλά απαγγέλλεται
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
καταλογή
|