κληροδοσιά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | κληροδοσιά | οι | κληροδοσιές |
γενική | της | κληροδοσιάς | των | κληροδοσιών |
αιτιατική | την | κληροδοσιά | τις | κληροδοσιές |
κλητική | κληροδοσιά | κληροδοσιές | ||
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- κληροδοσιά < κληροδοσ(ία) + -ιά για προσαρμογή στη δημοτική
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /kli.ɾo.ðoˈsça/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κλη‐ρο‐δο‐σιά
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
κληροδοσιά θηλυκό
- (λαϊκότροπο) μορφή του κληροδοσία, συχνά με τη γενική σημασία της κληρονομιάς ή της δωρεάς, υλικής ή πνευματικής, που μεταβιβάζεται από πρόσωπο σε πρόσωπο, από τους παλιότερους στους νεώτερους
- ※ το χρέος αυτό [του Ελληνικού έθνους] χωρίς άλλο μιά μέρα θ' αναγνωριστή στον Κασομούλη για την ατίμητη κληροδοσιά που πρόσφερε της ζωής του παράδειγμα πατριωτικό
- από σημείωση του επιμελητή Γιάννη Βλαχογιάννη στο: Νικολάου Κ. Κασομούλη, Ενθυμήματα στρατιωτικά της Επαναστάσεως των Ελλήνων, 1821-1833, τόμ. Γ΄ (Αθήνα, 1942), σ. 619)
- ※ Θα χάσεις την παράδοση και την κληροδοσιά των ντόπιων ποικιλιών από γενιά σε γενιά
- στο κείμενο «2η Γιορτή Παραδοσιακών Σπόρων στη Νέα Ορεστιάδα» (9 Μαΐου 2012), ιστότοπος Aγροσύμβουλος gr· πρόσβαση: 2020-08-23
- ※ το χρέος αυτό [του Ελληνικού έθνους] χωρίς άλλο μιά μέρα θ' αναγνωριστή στον Κασομούλη για την ατίμητη κληροδοσιά που πρόσφερε της ζωής του παράδειγμα πατριωτικό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
κληροδοσιά
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'καρδιά' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά με συνίζηση στην κατάληξη (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά με συνίζηση στην κατάληξη (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ιά (νέα ελληνικά)
- Δημοτική (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λαϊκότροποι όροι (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)