μεταβατική κυβέρνηση
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- μεταβατική κυβέρνηση < → δείτε τις λέξεις μεταβατικός και κυβέρνηση • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά[επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
μεταβατική κυβέρνηση θηλυκό
- (πολιτική) η προσωρινή κυβέρνηση που την αποτελούν πολιτικά ή εξωκοινοβουλευτικά πρόσωπα και συγκροτείται με σκοπό τη διενέργεια εκλογών
- ※ Η Ευρωζώνη επιμένει σε γραπτή δέσμευση των ηγετών των πολιτικών κομμάτων που θα υποστηρίξουν μια μεταβατική κυβέρνηση συνεργασίας, ως προϋπόθεση για να εκταμιευθεί η 6η δόση.
- Ζήρας, Βασίλης (9 Νοεμβρίου 2011), Η Ε.Ε. επιμένει σε γραπτές δεσμεύσεις, Η Καθημερινή
- ※ Η Ευρωζώνη επιμένει σε γραπτή δέσμευση των ηγετών των πολιτικών κομμάτων που θα υποστηρίξουν μια μεταβατική κυβέρνηση συνεργασίας, ως προϋπόθεση για να εκταμιευθεί η 6η δόση.
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μεταβατική κυβέρνηση
|
Πηγές[επεξεργασία]
- μεταβατικός - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Κατηγορίες:
- Κλίση θηλυκών πολυλεκτικών όρων (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Πολυλεκτικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Επέκταση ετυμολογίας (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Πολιτική (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα τύπου (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)