νεροφόρημα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το νεροφόρημα τα νεροφορήματα
      γενική του νεροφορήματος των νεροφορημάτων
    αιτιατική το νεροφόρημα τα νεροφορήματα
     κλητική νεροφόρημα νεροφορήματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

νεροφόρημα < μεσαιωνική ελληνική νεροφόρημα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

νεροφόρημα ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]



Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

νεροφόρημα < νεροφόρημαν < νερό και φόρημαν < ( αρχαία ελληνική φόρημα < φέρω)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

νεροφόρημα ουδέτερο