ξυλοσπόγγιον
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τὸ | ξυλοσπόγγιον | τὰ | ξυλοσπόγγιᾰ |
γενική | τοῦ | ξυλοσπογγίου | τῶν | ξυλοσπογγίων |
δοτική | τῷ | ξυλοσπογγίῳ | τοῖς | ξυλοσπογγίοις |
αιτιατική | τὸ | ξυλοσπόγγιον | τὰ | ξυλοσπόγγιᾰ |
κλητική ὦ! | ξυλοσπόγγιον | ξυλοσπόγγιᾰ | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ξυλοσπογγίω | ||
γεν-δοτ | τοῖν | ξυλοσπογγίοιν | ||
2η κλίση, Κατηγορία 'πρόσωπον' όπως «πρόσωπον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ξυλοσπόγγιον ουδέτερο
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- Xylospongium στην αγγλική Βικιπαίδεια
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'πρόσωπον' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πρόσωπον' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης ουδέτερα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά προπαροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα προπαροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις προπαροξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)