πρωτοζαριστής
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού. |
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- πρωτοζαριστής < πρωτο- + (καθαρεύουσα) ζάρ(ιον) + -ιστής • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πρωτοζαριστής αρσενικό
- πρώτος, πολύ καλός, στο τυχερό παιχνίδι των ζαριών
- ※ ΠΡΩΤΟΖΑΡΙΣΤΉΣ: πρώτος και κορυφαίος εις την τέχνην των ζαρίων (maitre en jeu de dés) (Αδαμάντιος Κοραής, Άτακτα, Τόμος δεύτερος, εκ της τυπογραφίας Κ. Εβερτάτου, Παρίσι, 1829, σελ. 315 books.google)
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
πρωτοζαριστής
|
Κατηγορίες:
- Σελίδες που χρειάζονται έλεγχο
- Επέκταση (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ποιητής' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα πρωτο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ιστής (νέα ελληνικά)
- Επέκταση ετυμολογίας (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (καθαρεύουσα)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)