σινολογία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
σινολογία θηλυκό
- η επιστήμη ή το αντικείμενο ενασχόλησης του σινολόγου
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- sinology στην αγγλική Βικιπαίδεια