σουσαμλής

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο σουσαμλής οι σουσαμλήδες
      γενική του σουσαμλή των σουσαμλήδων
    αιτιατική τον σουσαμλή τους σουσαμλήδες
     κλητική σουσαμλή σουσαμλήδες
Κατηγορία όπως «μπαλωματής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

σουσαμλής < (άμεσο δάνειο) τουρκική susamli + [1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /su.samˈlis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: σου‐σαμ‐λής

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

σουσαμλής αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Αγγελική Ράλλη, Λεξικό διαλεκτικής ποικιλίας Κυδωνιών, Μοσχονησίων & Βορειοανατολικής Λέσβου (Παλλήνη: Ελληνικό Ίδρυμα Ιστορικών Μελετών [ΙΔΙΣΜΕ], 2017, ISBN 978-960-9789-06-6), σ. 282.