τρεπόνημα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το τρεπόνημα τα τρεπονήματα
      γενική του τρεπονήματος των τρεπονημάτων
    αιτιατική το τρεπόνημα τα τρεπονήματα
     κλητική τρεπόνημα τρεπονήματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

τρεπόνημα < (λόγιο δάνειο) νεολατινική Treponema < αρχαία ελληνική τρέπω + νῆμα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

τρεπόνημα ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]