τυποκλοπία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- τυποκλοπία < τυποκλόπος + -ία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
τυποκλοπία θηλυκό
Συγγενικά[επεξεργασία]
- τυποκλόπος
- τυποκλοπώ
- → δείτε τις λέξεις τύπος και κλέβω
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
τυποκλοπία
|