φωνοκαρδιογραφία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- φωνοκαρδιογραφία < φωνή + καρδιογραφία (αντιδάνειο) αγγλική phonocardiography
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]φωνοκαρδιογραφία θηλυκό
- (ιατρική): η εγγραφή των ήχων της λειτουργίας της καρδιάς με μορφή γραφικής παράστασης
Παράγωγα
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] φωνοκαρδιογραφία