ἐντεροκηλήτης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση) δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός | ||||||||
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | ἐντεροκηλήτης | οἱ | ἐντεροκηλῆται | ||||
γενική | τοῦ | ἐντεροκηλήτου | τῶν | ἐντεροκηλητῶν | ||||
δοτική | τῷ | ἐντεροκηλήτῃ | τοῖς | ἐντεροκηλήταις | ||||
αιτιατική | τὸν | ἐντεροκηλήτην | τοὺς | ἐντεροκηλήτᾱς | ||||
κλητική ὦ! | ἐντεροκηλῆτᾰ | ἐντεροκηλῆται | ||||||
δυϊκός | ||||||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ἐντεροκηλήτᾱ | ||||||
γεν-δοτ | τοῖν | ἐντεροκηλήταιν | ||||||
1η κλίση, ομάδα 'στρατιώτης', Κατηγορία 'στρατιώτης' όπως «στρατιώτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ἐντεροκηλήτης < ἐντεροκήλη (< ἐντερο- + κήλη) + -της
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ἐντεροκηλήτης αρσενικό (ελληνιστική κοινή)
- (ιατρική) που πάσχει από εντεροκήλη
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
- ἐντεροκοιλιακός
- → και δείτε τις λέξεις ἔντερον και κήλη
Πηγές[επεξεργασία]
- ἐντεροκηλήτης - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά με αρχαίες κλίσεις (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως η ομάδα 'στρατιώτης' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'στρατιώτης' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'στρατιώτης' (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά 1ης κλίσης (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά 1ης κλίσης αρσενικά (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά αρσενικά (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως τα -ης (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά παροξύτονα (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά αρσενικά παροξύτονα (ελληνιστική κοινή)
- Λέξεις παροξύτονες (ελληνιστική κοινή)
- Λέξεις με πρόθημα ἐντερο- (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -της, αρσενικό (ελληνιστική κοινή)
- Ελληνιστική κοινή
- Ουσιαστικά (ελληνιστική κοινή)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Ιατρική (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)