-ωρ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: -ώρ, *ὦρ

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

-ωρ: σε λέξεις από την αρχαία ελληνική -ωρ ή τη μεσαιωνική ελληνική ή την (καθαρεύουσα)

Επίθημα[επεξεργασία]

-ωρ, -ορος αρσενικό

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]



Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

-ωρ < ελληνιστική κοινή -ωρ ή την αρχαία ελληνική

Επίθημα[επεξεργασία]

-ωρ ή -ορας αρσενικό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία 1[επεξεργασία]

-ωρ < λείπει η ετυμολογία

Επίθημα[επεξεργασία]

-ωρ, -ορος σπανιότερα, ή/και -ωρος αρσενικό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Ετυμολογία 2[επεξεργασία]

-ωρ < λείπει η ετυμολογία

Επίθημα[επεξεργασία]

-ωρ ουδέτερο

Δείτε επίσης[επεξεργασία]