aetas
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Λατινικά (la)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
aetas (la) θηλυκό
Κλίση[επεξεργασία]
αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | aetas | aetatēs |
γενική | aetatis | aetatum |
δοτική | aetatī | aetatibus |
αιτιατική | aetatem | aetatēs |
κλητική | aetas | aetatēs |
αφαιρετική | aetate | aetatibus |