diagnoza

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]

πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική diagnoza diagnozy
γενική diagnozy diagnoz
δοτική diagnozie diagnozom
αιτιατική diagnozę diagnozy
οργανική diagnozą diagnozami
τοπική diagnozie diagnozach
κλητική diagnozo diagnozy

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /dʲjaˈɡnɔ.za/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

diagnoza (pl) θηλυκό