lupanar
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
lupanar | lupanars |
lupanar (fr) αρσενικό
- ο οίκος ανοχής, το πορνείο
Λατινικά (la)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
lupanar (la) ουδέτερο
Κλίση[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
lupanar (pt)