Γεδρωσία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Γεδρωσί
      γενική τῆς Γεδρωσίᾱς
      δοτική τῇ Γεδρωσί
    αιτιατική τὴν Γεδρωσίᾱν
     κλητική ! Γεδρωσί
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Γεδρωσία < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Γεδρωσία θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]