εξάπτομαι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ αλλαγή των πινάκων μεταφράσεων σε κρυμμένους τύπους
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Νέο Σύστημα
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{=el=}}
=={{-el-}}==


==={{ετυμολογία}}===
{{-ετυμ-}}
: '''{{PAGENAME}}''' < παθητική φωνή του [[εξάπτω]]
: '''{{PAGENAME}}''' < παθητική φωνή του [[εξάπτω]]


{{-ρημ-|el}}
==={{ρήμα|el}}===
'''{{PAGENAME}}''' {{el-ρήμα||εξαφθώ|εξάφθηκα||εξημμένος}}
'''{{PAGENAME}}''' {{el-ρήμα||εξαφθώ|εξάφθηκα||εξημμένος}}
# με [[εξάπτω|εξάπτουν]]
# με [[εξάπτω|εξάπτουν]]
Γραμμή 11: Γραμμή 11:
#: ''μην '''εξάπτεσαι''', θα σου τα εξηγήσω όλα!''
#: ''μην '''εξάπτεσαι''', θα σου τα εξηγήσω όλα!''


===={{συνώνυμα}}====
{{-συνων-}}
* [[ανάβω]]
* [[ανάβω]]
* [[αρπάζομαι]]
* [[αρπάζομαι]]
Γραμμή 21: Γραμμή 21:
* [[φλέγομαι]]
* [[φλέγομαι]]


===={{συγγενικά}}====
{{-συγγ-}}
* [[έξαψη]]
* [[έξαψη]]


===={{μεταφράσεις}}====
{{-μτφ-}}
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}
<!-- * {{en}} : {{τ|en|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{en}} : {{τ|en|ΧΧΧ}} -->

Αναθεώρηση της 23:30, 14 Φεβρουαρίου 2010

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

εξάπτομαι < παθητική φωνή του εξάπτω

Ρήμα

εξάπτομαι , στ.μέλλ.: θα εξαφθώ, αόρ.: εξάφθηκα, μτχ.π.π.: εξημμένος

  1. με εξάπτουν
    με αυτές τις διηγήσεις εξάφθηκε η φαντασία του
  2. θυμώνω, νευριάζω, "ανάβω"
    μην εξάπτεσαι, θα σου τα εξηγήσω όλα!

Συνώνυμα

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «εξαπτομαι'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'εξάπτομαι'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «εξαπτομαι».