Κουφού
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Κουφού < γενική ενικού του αρσενικού Κουφός
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /kuˈfu/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κου‐φού
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Κουφού θηλυκό, άκλιτο
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταγραφές[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος[επεξεργασία]
Κουφού αρσενικό