Πεϊχαμπέρη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Πεϊχαμπέρη < γενική ενικού του αρσενικού Πεϊχαμπέρης
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /pe.i.xamˈbe.ɾi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Πε‐ϊ‐χα‐μπέ‐ρη
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Πεϊχαμπέρη θηλυκό άκλιτο
Μεταγραφές
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
[επεξεργασία]Πεϊχαμπέρη αρσενικό
- γενική, αιτιατική και κλητική ενικού του Πεϊχαμπέρης