αποστρατιωτικοποιώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αποστρατιωτικοποιώ < απο- + στρατιωτικοποιώ (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική démilitariser)[1]

αποστρατιωτικοποιώ (παθητική φωνή: αποστρατιωτικοποιούμαι)

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Παθητική φωνή: → λείπει η κλίση

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]