ζηλευτής

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /zi.leˈftis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ζη‐λευ‐τής

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

ζηλευτής



Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ζηλευτής λέξη του 12ου αιώνα < ζηλεύ(ω) + -τής

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ζηλευτής αρσενικό

Πηγές[επεξεργασία]



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των σελίδων που χρειάζονται επιμέλεια και έλεγχο
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού.


Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ζηλευτής αρσενικό

Πηγές[επεξεργασία]