θερμοφαγία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
θερμοφαγία θηλυκό
- (για γεράκι) θεραπεία ή δίαιτα με ζεστό φαγητό, κρέας ζώου που έχει θανατωθεί πρόσφατα
- ※ 13ος αιώνας [γλώσσα: όψιμη ελληνιστική κοινή] ⌘ Δημήτριος Κωνσταντινοπολίτης [Πεπαγωμένος], Περὶ τῆς τῶν ἰεράκων ἀνατροφῆς τε καἰ θεραπεὶας, (Ιερακοσόφιον) @google.books.gr
- παρὰ πάντα δὲ ή θερμοφαγία συμβάλλεται ἡ τῶν νεοττῶν περιστερῶν καὶ ἐν θέρει καὶ ἐν χειμῶνι, καὶ ἡ συνεχὴς δὲ ἀποβολὴ τῶν πτερῶν τῶν ὀρνίθων. οὐδέποτε δὲ ὠφελεῖ δίδοσθαι ἢ κόρακος ἢ κορώνης κρέας˙ εἰσὶ γὰρ πάνυ ἐπιβλαβῆ.
- Claudii Aeliani De natura animalium libri XVII, Varia historia, Epistolae fragmenta, ex recognitione Rudolphi Hercheri. Λειψία, Γερμανία: in aedibus B.G. Teubneri, 1866, σελ. 375 @google.books.gr
- ※ 13ος αιώνας [γλώσσα: όψιμη ελληνιστική κοινή] ⌘ Δημήτριος Κωνσταντινοπολίτης [Πεπαγωμένος], Περὶ τῆς τῶν ἰεράκων ἀνατροφῆς τε καἰ θεραπεὶας, (Ιερακοσόφιον) @google.books.gr
[επεξεργασία]
→ και δείτε τις λέξεις θερμός και τρώγω
Πηγές[επεξεργασία]
- θερμοφαγία - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].
- σελ. 115, Τόμος Ζ΄ --Κριαράς, Εμμανουήλ. Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Τόμοι Α'-ΙΗ'. (Τόμοι ΙΕ'-ΙΗ' επιμ. Ιωάννης Ν. Καζάζης). Άπαντα Εμμανουήλ Κριαρά στην Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
- Πάπυρος–Λαρούς–Μπριτάννικα: Λεξικό της ελληνικής γλώσσας, αρχαίας - μεσαιωνικής - νέας, ερμηνευτικό - ετυμολογικό. Αθήνα: Πάπυρος, 1981‑1994, έκδοση: 2013.