θεωρεία
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]θεωρεία ουδέτερο
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του θεωρείο
θεωρεία ουδέτερο