ιοειδή
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ιοειδή < → δείτε τη λέξη ιοειδής
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του ιοειδής
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ιοειδές
- (ταξινομία) που ανήκουν στην οικογένεια δικοτυλήδονων φυτών: Ιοειδή, Violaceae
- (βιολογία) στοιχεία που βρίσκονται στον πυρήνα του κυττάρου και είναι οι μικρότεροι παθογόνοι οργανισμοί. Αποτελούνται μόνο από ένα κυκλικό RNA (250-600 νουκλεοτίδια)
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- ιοειδή στη Βικιπαίδεια (βιολογία)