Μετάβαση στο περιεχόμενο

μπορς

Από Βικιλεξικό
ένα πιάτο μπορς

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
μπορς < ρωσική борщ ή ουκρανική борщ

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

μπορς ουδέτερο άκλιτο

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]