παγκρατεῖ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]- παγκρατεῖ
- δοτική ενικού, αρσενικού, θηλυκού ή ουδέτερου γένους του παγκρατής
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική δυϊκού, αρσενικού, θηλυκού ή ουδέτερου γένους του παγκρατής