Μετάβαση στο περιεχόμενο

παιδαγωγική

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
παιδαγωγική < ουσιαστικοποιημένο θηλυκό του επιθέτου παιδαγωγικός

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

παιδαγωγική θηλυκό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]


Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

παιδαγωγική

Ομώνυμα / Ομόηχα

[επεξεργασία]