περιχωρέω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

περιχωρέω < αρχαία ελληνική περιχωρέω < περι- + χωρέω / χωρῶ

Ρήμα[επεξεργασία]

περιχωρέω (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)

Συγγενικά[επεξεργασία]



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

περιχωρέω < περι- + χωρέω / χωρῶ

Ρήμα[επεξεργασία]

περιχωρέω/περιχωρῶ

  1. γυρίζω, τριγυρίζω
  2. μεταφέρομαι, φθάνω
  3. (ελληνιστική σημασία) περιστρέφομαι

Συγγενικά[επεξεργασία]

→ και δείτε τις λέξεις περί και χῶρος

Πηγές[επεξεργασία]