προαποφαίνομαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- προαποφαίνομαι < ελληνιστική κοινή προαποφαίνομαι, παθητική φωνή του ρήματος προαποφαίνω[1] < αρχαία ελληνική ἀποφαίνω < ἀπό + φαίνω
Ρήμα
[επεξεργασία]προαποφαίνομαι
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] προαποφαίνομαι
|
- ↑ προαποφαίνω - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.