σουτζουκάκια
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- σουτζουκάκια < → δείτε τη λέξη σουτζουκάκι
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /su.d͡zuˈka.ca/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : σου‐τζου‐κά‐κια
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
σουτζουκάκια ουδέτερο
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του σουτζουκάκι
- (γαστρονομία) πιάτο με κιμά με χαρακτηριστικό καρύκευμα το κύμινο που πλάθεται σε κυλίνδρους και μαγειρεύεται σε σάλτσα ντομάτας
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
σουτζουκάκια
|