φραδή

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
φραδή < αρχαιοελληνικό φράζω, συγγενές της φράσης και όχι του φράσσω και του φράγματος

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

φραδή θηλυκό

  1. αναγγελία, γνωστοποίηση
  2. προειδοποίηση, προαναγγελία


Συγγενικά

[επεξεργασία]