ἀποκουντουρίδα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ἀποκουντουρίδα < ἀποκουντουρίζω + -ίδα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ἀποκουντουρίδα θηλυκό (και σήμερα ως ιδιωματικό στην Κρήτη)

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Κλιτικοί τύποι[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]