ἀποκόμβιον

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ο βυζαντινός αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Θ´ ο Μονομάχος κρατάει ένα ἀποκόμβιον (Ψηφιδωτό 11ου αιώνα, Αγία Σοφία, Κωνσταντινούπολη).

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ἀποκόμβιον < ἀπο- + κομβίον (< κόμβος)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ἀποκόμβιον ουδέτερο

  1. βαλάντιο, πουγγί
  2. (ιστορία, χριστιανισμός) προσφορά που δινόταν μέσα σε ένα σακουλάκι που λεγόταν κομβίον
    ※  12ος αιώνας Μανασσῆς, Κωνσταντῖνος, De cerimoniis aulae Byzantinae, 1.62 @catholiclibrary.org
    Ὁ δὲ πραιπόσιτος λαβὼν τὸ στέμμα, ἐπιδίδωσι τῷ πατριάρχῃ, καὶ στέφει ὁ πατριάρχης τὸν βασιλέα, καὶ ἐπιδίδοντος τοῦ πατριάρχου τῷ μεγάλῳ βασιλεῖ εὐλογίας, ὁμοίως καὶ τῷ μικρῷ, λαβὼν ὁ βασιλεὺς παρὰ τοῦ πραιποσίτου ἀποκόμβιον, ἀντιδιδοῖ τῷ πατριάρχῃ, ὁ δὲ πατριάρχης τῷ βασιλεῖ ἀλειπτά, ὁμοίως καὶ ὁ ἕτερος βασιλεὺς τὸ αὐτὸ ποιεῖ. Προσκυνήσαντες δὲ ἀμφότεροι ἀλλήλους καὶ ἀσπασάμενοι οἵ τε βασιλεῖς καὶ ὁ πατριάρχης, ἐξέρχεται ὁ βασιλεὺς ἀπὸ τῶν ἐκεῖσε, καὶ διέρχεται διὰ τῆς μέσης, καὶ εἰσέρχεται τὴν μεγάλην πύλην τῆς Χαλκῆς, ἀπὸ δὲ τῶν ἐκεῖσε διά τε τῶν Σχολῶν καὶ τῶν Ἐκσκουβίτων, ἐκτελούντων τῶν περατικῶν μερῶν ἀκολούθως καὶ τῶν πολιτικῶν ἅπαντα τὰ κατὰ συνήθειαν.
    ※  12ος αιώνας Μανασσῆς, Κωνσταντῖνος, De cerimoniis aulae Byzantinae, 1.95-1.96 @catholiclibrary.org
    Ἡνίκα δὲ μέλλει εἰσέρχεσθαι εἰς τὸ θυσιαστήριον, ἐπιρρέπουσιν οἱ μητροπολῖται κατὰ τὸ ἔθος τὰ ἅγια θύρια πρὸς τὸν βασιλέα, καὶ προσκυνήσας ὁ βασιλεὺς τοὺς ἐπ' αὐτοῖς πεπαρμένους σταυρούς, εἰσέρχεται εἰς τὸ θυσιαστήριον, καὶ εὐξάμενος ὑπαλλάξας τὴν ἁγίαν τράπεζαν, ὡς εἴθισται αὐτῷ, τίθησιν ἐπ' αὐτῇ ἀποκόμβιον καὶ διέρχεται μετὰ τοῦ πατριάρχου διὰ τῆς πλαγίας τοῦ θυσιαστηρίου ἐκ δεξιῶν μέχρι τῶν ἁγίων θυρῶν τοῦ βήματος. Καὶ ὁ μὲν πατριάρχης μένει ἐν τῷ θυσιαστηρίῳ πρὸς τὸ ἐκτελέσαι τὴν θείαν λειτουργίαν, ὁ δὲ βασιλεὺς ἐξελθὼν ἐκ θυσιαστηρίου διέρχεται διὰ τῆς πλαγίας τοῦ γυναικίτου, οἱ δὲ πατρίκιοι ἵστανται ἔξωθεν τῆς πύλης τῆς εἰσαγούσης εἰς τὸν κοχλίαν μετὰ στρατηγῶν, τῆς καταστάσεώς τε καὶ σιλεντιαρίων, μετὰ τῆς συγκλήτου ὑπερευχόμενοι τὸν βασιλέα.
  3. (αγιογραφία, ζωγραφική) πουγγί με χρυσά συνήθως νομίσματα που κρατούν χορηγοί (συνήθως αυτοκράτορες) σε αναθηματικές παραστάσεις

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]