accounting
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]accounting (en) (μη μετρήσιμο)
- η λογιστική, λογιστικός
- ⮡ insurance accounting - ασφαλιστική λογιστική
- ⮡ an accounting system/error - λογιστικό σύστημα/σφάλμα
- ⮡ the accounting department - το λογιστήριο
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- accounting στην αγγλική Βικιπαίδεια
Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]accounting (en)
Πηγές
[επεξεργασία]- accounting - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 508. ISBN 9780194325684., λήμμα: λογιστική, λογιστικός