agency
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
agency (en)
- πρακτορείο
- γραφείο, υπηρεσία, οργανισμός
- παρέμβαση, μεσολάβηση
- (φιλοσοφία, νευροεπιστήμη) αυτοδραστικότητα, αυτόβουλη δράση
- ↪ sense of agency