all right

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
all right < → δείτε τις λέξεις all και right

Επίθετο

[επεξεργασία]

all right (en) (χωρίς παραθετικά)

  • καλά, εντάξει
    ⮡  Are you completely all right now?
    Είσαι εντελώς καλά τώρα;
    ⮡  Are you all right now?
    Είσαι εντάξει τώρα;

Επίρρημα

[επεξεργασία]

all right (en) (χωρίς παραθετικά)

  1. καλά, εντάξει
    ⮡  Do not worry, everything will go all right.
    Μην στενοχωριέσαι, όλα θα πάνε καλά.
  2. (ανεπίσημο) βέβαια
    ⮡  I got my money back all right but he hassled me.
    Βέβαια πήρα τα λεφτά μου πίσω αλλά με ταλαιπώρησε.

Επιφώνημα

[επεξεργασία]

all right (en)

  • σύμφωνοι, χρησιμοποιείται για να δείξει ότι συμφωνώ

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]