anyway

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

anyway < any + way

Επίρρημα[επεξεργασία]

anyway (en)

  1. πάντως (χρησιμοποιείται για να υποστηρίξει μια θέση που εκφράστηκε προηγουμένως)
    I think we can trust him. He hasn't done anything wrong, anyway.
  2. με οποιοδήποτε τρόπο
    I'll try to help in anyway I can.
  3. οπωσδήποτε, έτσι κι αλλιώς
    Anyway, you can try.
    Οπωσδήποτε μπορείτε να δοκιμάσετε.
    I will stay in tonight anyway, so…
    Έτσι κι αλλιώς εγώ θα μείνω μέσα απόψε, λοιπόν…
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη regardless
  4. τέλος πάντων, εν πάση περιπτώσει (για να δηλώσει αλλαγή θέματος)
    The restaurant wasn't any good, was it? Anyway, shall we go to the movies?

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 340-341, 629. ISBN 9780194325684. , λήμμα: έτσι, οπωσδήποτε