bowstring

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
bowstring bowstrings

Ετυμολογία [επεξεργασία]

bowstring < bow + string

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

bowstring (en)

Πηγές[επεξεργασία]