bring around to

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

ενεστώτας bring around to
γ΄ ενικό ενεστώτα brings around to
αόριστος brought around to
παθητική μετοχή brought around to
ενεργητική μετοχή bringing around to

Ετυμολογία [επεξεργασία]

bring around to < → δείτε τις λέξεις bring, around και to

Ρήμα[επεξεργασία]

bring around to (en) (αμερικανικά αγγλικά)

  • φέρνω τη συζήτηση σε κάτι, κατευθύνω μια συζήτηση σε ένα συγκεκριμένο θέμα
    She brought the conversation around to soccer.
    Έφερε τη συζήτηση στο ποδόσφαιρο.

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]