caratteristica

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
caratteristica caratteristice

caratteristica (it)

  1. χαρακτηριστικό ποιότητας που διακρίνει ένα αντικείμενο, πρόσωπο ή ζώο , από άλλα

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

caratteristica (it)

  1. θηλυκό του caratteristico