chatbot
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
chatbot | chatbots |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]chatbot (en)
- (πληροφορική) λογισμικό υπολογιστή το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνητή νοημοσύνη για να πραγματοποιεί συνομιλίες μέσω ενός chat room