clasp

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

ενεστώτας clasp
γ΄ ενικό ενεστώτα clasps
αόριστος clasped
παθητική μετοχή clasped
ενεργητική μετοχή clasping

Ρήμα[επεξεργασία]

clasp (en)