collective noun

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
collective noun collective nouns

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
collective noun < → δείτε τις λέξεις collective και noun

Πολυλεκτικός όρος

[επεξεργασία]

collective noun (en)

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]