conceal
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en) [επεξεργασία]
ενεστώτας | conceal |
---|---|
γ΄ ενικό ενεστώτα | conceals |
αόριστος | concealed |
παθητική μετοχή | concealed |
ενεργητική μετοχή | concealing |
Ρήμα[επεξεργασία]
conceal (en)