conclude
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- conclude < λατινική concludere, απαρέμφατο ενεστώτα του ρήματος concludo < con- + claudo
Προφορά[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
conclude (en)