divorce
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
divorce (en)
- το διαζύγιο
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- divorce < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
divorce | divorces |
divorce (fr) αρσενικό
- το διαζύγιο