echo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
echo | echoes |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- echo < (κληρονομημένο) μέση αγγλική ecco / ekko < λατινική ecco < echo < αρχαία ελληνική ἠχώ < ἠχή
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
echo (en)
- η ηχώ
- το γράμμα E στο φωνητικό αλφάβητο του NATO
Ρήμα[επεξεργασία]
echo (en)
- κάνω ηχώ
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
echo στην αγγλική Βικιπαίδεια
Κατηγορίες:
- Κληρονομημένες λέξεις από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα λατινικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (αγγλικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (αγγλικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (αμερικανικά αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Ρήματα (αγγλικά)