estación
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ισπανικά (es) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
estación | estaciones |
estación (es) θηλυκό